Δευτέρα 29 Μαΐου 2017

Πράγματα που ξέρω για τα σύννεφα



Του Γιάννη Στίγκα*

Ο Κάρολος Μποντλέρ ρωτά τον Ξένο, στο ομώνυμο πεζοποίημά του, ποιον αγαπάει περισσότερο αυτός ο αινιγματικός άνθρωπος.
Ο Ξένος αρνείται διαδοχικά την αγάπη προς τους γονείς, τους φίλους, την πατρίδα, την ομορφιά και το χρυσάφι.
«-Ε ! λοιπόν, εσύ τι αγαπάς παράξενε ξένε;».
«-Αγαπώ τα σύννεφα…, τα σύννεφα που περνούν…, εκεί πέρα…, τα υπέροχα σύννεφα!»
Η παρουσία των νεφών στην καθημερινότητά μας έχει κάτι το συντριπτικό.
Ομοια με Ζέπελιν κάποιου μακρινού ολοκληρωτισμού εποπτεύουν το σύνολο της εξωτερικής μας δραστηριότητας.
Μονίμως ψιθυρίζουν μια απειλή. Κυρίως όταν μαζευτούν πολλά μαζί, όταν νιώσουν την ασφάλεια του πλήθους να επιβεβαιώνει την εκδικητική τους φύση. Τότε ξεσπούν σε άκριτες καταδίκες.
Φτύνοντας νερό και φωτιά προς οποιονδήποτε βρεθεί στο πέρασμά τους.
Η ματαιότητα του να τα βάλεις με τα σύννεφα προσδιόρισε τη σχέση των ανθρώπων μαζί τους ήδη από την πρώτη επαφή τους.
Ο άνθρωπος έμαθε να αγαπά τα σύννεφα ακριβώς γιατί δεν μπορούσε να τα δαμάσει.
Αφού στη συνέχεια εξάντλησε κάθε τι άλλο και κάθε τι άλλο δαμάστηκε, η σχέση μετατοπίστηκε.
Πια τα σύννεφα δεν απειλούν, αλλά περιφέρονται υπενθυμίζοντας στον άνθρωπο τα όριά του.
Γιατί ακόμα και αν ο παλιός εκείνος φόβος έχει μεταμορφωθεί τώρα σε περιφρόνηση, ή έστω ενόχληση, τα σύννεφα πορεύονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο πάνω από τα κεφάλια μας.
Υπενθυμίζοντάς μας πως αυτά –τα τώρα αγαθά αλλά μέχρι χθες απειλητικά– δεν καταφέραμε να τα δαμάσουμε.
Πιο πολύ περιπλάνηση παρά ταξίδι, πιο πολύ απορία παρά σχήμα, τα σύννεφα συνεχώς μετακινούνται.
Δεν είναι όμως αυτά που αλλάζουν σχήμα. Το βλέμμα του θεατή αλλάζει.
Προβάλλει εκεί επιθυμίες και φόβους, εικόνες και μνήμες. Κάθε φορά το σύννεφο –ακόμα και αν δεν του μοιάζει καθόλου– παίρνει τη μορφή αυτού που το παρατηρεί.
Γι' αυτό άλλωστε και δύο παρατηρητές δεν συμπίπτουν ποτέ στο ίδιο συμπέρασμα για το τι απεικονίζει το όμοιο σύννεφο που απλώνεται μπροστά τους.
Η ρευστότητα των νεφών προσδιορίζει έναν αβέβαιο ορίζοντα. Ετσι το μακρινό γίνεται ταυτόχρονα και ασχημάτιστο, άγνωστο, ξένο.
Τα σύννεφα ορίζουν το φυσικό ως γρίφο, αυτό που μας περιβάλλει και βρισκόταν εδώ πριν από εμάς ως κάτι το άγνωστο, συχνά αδιαπέραστο.
Η φύση στο σύνολό της έχει σχήμα όμοιο με αυτό του σύννεφου.
Απεχθάνεται εξίσου τη γεωμετρία και σχετικοποιεί τη γεωγραφία.
Ακόμα και αν παραμένει σταθερή, ριζωμένη σε δέντρα και σε βουνά εκείνη ταξιδεύει. Και όλο αυτό χάρη στα σύννεφα.
Στην προσπάθειά του να οικειοποιηθεί τη μάζα και τον τρόπο των νεφών, ο άνθρωπος εφηύρε τα φουγάρα, τις εξατμίσεις, τα τσιγάρα.
Και δεν είναι τυχαίο το τίμημα που πληρώνει γι' αυτή τη διατάραξη της ισορροπίας.
Τα δύο πρώτα σοδομίζουνε τη φύση (τη φύση που στο σύνολό της έχει σχήμα όμοιο με αυτό του σύννεφου), το δε κάπνισμα σκοτώνει τους ανθρώπους.
Προσπαθώντας να επιτύχει κάτι πιο ανώδυνο ο άνθρωπος προσπάθησε να εντάξει τα σύννεφα στη γλώσσα μέσα από μια σειρά παρομοιώσεων και μεταφορών.
Αν και κοινότοπη σκέψη η συσχέτιση και η παρομοίωση των νεφών με τα πρόβατα δεν είναι λανθασμένη.
Οχι όμως ως προς το σχήμα ή την ομοιότητα των νεφών με την προβιά του προβάτου.
Αλλά κυρίως επειδή και τα δύο είδη απειλούνται από τα σαγόνια μιας αγέλης που καραδοκεί (ποια η αγέλη που παραφυλάει τα σύννεφα για να τους καταφέρει μια δαγκωματιά δεν θα το ομολογήσω. Η άλλη αγέλη είναι –φυσικά– αυτή των λύκων).
Παλιά οι άνθρωποι χρησιμοποιούσανε τα σύννεφα για να γεμίζουν μαξιλάρια.
Σύντομα όμως έγινε γνωστό πως πολλοί άνθρωποι ήταν αλλεργικοί.
Ηταν συχνό εκείνοι οι λίγοι άτυχοι να ξυπνήσουν ξαφνικά σε μία πτώση από τα 3.000 μέτρα με τα μάτια τους να ανοίγουνε με μιας ανάμεσα στα σύννεφα.
Αυτά τα λίγα γνωρίζω για τα σύννεφα. Και ένα ακόμη.
Ο ποιητής απ' όσο ξέρω παραμένει –εφόσον εξακολουθήσει να πετυχαίνει τη σωστή λέξη– στεντόρειος ποιμένας των νεφών.

*γραμμένο μετά την ανάγνωση του ποιήματος "Σύννεφα" από το νέο του βιβλίο «Εξυπερύ σημαίνει χάνομαι»

Δεν υπάρχουν σχόλια: