Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

O φιλάργυρος που αγόρασε ένα τσουβάλι ελιές


Η παράσταση του Φιλάργυρου από το Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία και μετάφραση του Γιάννη Μπέζου έρχεται να προστεθεί σε μια μεγάλη σειρά κλασσικών έργων (από την αρχαία τραγωδία μέχρι τον Μπρεχτ),που, αφού χαρακτηρίστηκαν ‘’ πιο επίκαιρα από ποτέ’’ κλήθηκαν να ερμηνεύσουν την κρίση και τις ημέρες μας. Στην πραγματικότητα όμως, αφού η κρίση δεν είναι ουδέτερο έδαφος ενώ αντίθετα ακόμα και υπό κάποιους όρους ο χαρακτηρισμός ‘’κλασσικό’’ είναι αρκετός για να αφαιρέσει το όποιο πρόσημο και το όποιο στίγμα από ένα έργο, τοποθετώντας το στην σφαίρα του αντικειμενικά καλού (το οποίο συνήθως ταυτίζεται με το γενικόλογο και το ασαφές) είναι η κρίση αυτή που ερμηνεύει το όποιο αντίστοιχο σκηνικό εγχείρημα.
Η απόδοση του Φιλάργυρου ξεκινά από μια σαφή αφετηρία. Οι φράσεις επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά σε όλη την παράσταση: ‘’ποιος μας είπε να ζούμε με δανεικά;’’, ‘’’την ευτυχία δεν φέρνουν τα λεφτά!’’. Η δομική τσιγκουνιά του Αρπαγκόν και η σπάταλη φύση του γιού του Κλεάνθη, περιγράφουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινηθεί η συζήτηση γύρω από το χρήμα (κεντρικό θέμα του έργου). Η παράσταση ξεκινά από ένα συμπέρασμα. Αντί όμως, να το αναλύσει, να το δικαιολογήσει,ή έστω να το διαχειριστεί, το αφήνει να πλέει στην επιφάνεια, ανάμεσα στο κωμικό των τηλεοπτικών τρόπων, του ελαφρού διδακτισμού και του διακριτικού μελό, χωρίς να καταλήγει πουθενά, χωρίς να βρίσκει λειτουργική αντιστοιχία. Το χρήμα εμφανίζεται ως καπρίτσιο, στοιχείο του χαρακτήρα και, τελικά, ως κατάρα. Αυτό που μαθαίνουμε είναι πως σημασία έχει ο έρωτας. Τα παλιά στερεότυπα μπαίνουν σε νέο πλαίσιο. Από αφηγηματικές κοινοτοπίες μεταμφιέζονται σε σοφές διδαχές. Και ενώ γύρω μας η πραγματικότητα μοιάζει να εξαντλεί το νόμισμά της μέχρι τον θάνατο, η ελαφρότητα μοιάζει να ζυγίζει όλο και περισσότερο.
Το θέατρο μπορεί να εμβαθύνει ή να παίζει με τις επιφάνειες. Και τα δύο απολύτως δόκιμα και απολύτως αποδεκτά. Ποτέ όμως όταν τα δύο συγχέονται και ακόμα περισσότερο όταν ταυτίζονται. Ποτέ όταν η επιδερμίδα περιγράφεται ως βάθος και μάλιστα με άλλοθι  το ‘’κλασσικό’’.
 
(στο τεύχος 25 του περιοδικού Unfollow)

Δεν υπάρχουν σχόλια: