Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2013

Η «Ανα­τρο­πή», οι α­να­τρο­πές και ο δη­μό­σιος λό­γος των καλ­λι­τε­χνών



«Να ευ­χη­θώ υ­γεία και ευ­τυ­χία τί­πο­τα άλ­λο δεν μπο­ρώ, για τα υ­πό­λοι­πα κα­θα­ρί­στε μό­νοι σας». Έτσι ε­πέ­λε­ξε να α­νοί­ξει την εκ­πο­μπή «Ανα­τρο­πή» την πε­ρα­σμέ­νη Δευ­τέ­ρα ο Γιάν­νης Πρε­τε­ντέ­ρης α­πευ­θυ­νό­με­νος γλυ­κο­μί­λη­τα και α­νοι­χτό­καρ­δα στους τη­λε­θε­α­τές του. Στην εκ­πο­μπή κα­λε­σμέ­νοι ή­ταν καλ­λι­τέ­χνες α­πό το χώ­ρο του θεά­μα­τος και πρό­θε­ση του τη­λε­πα­ρου­σια­στή να γί­νει μια συ­ζή­τη­ση για την πο­λι­τι­κή χω­ρίς πο­λι­τι­κούς. Τό­σο η α­να­πά­ντε­χη (για τον πα­ρου­σια­στή) τρο­πή της εκ­πο­μπής, ό­σο και τα σχό­λια που γρά­φτη­καν στο δια­δί­κτυο κα­θώς και η έ­ντυ­πη διέ­νε­ξη που α­κο­λού­θη­σε α­νά­με­σα στον κα­λε­σμέ­νο της εκ­πο­μπής Γιώρ­γο Κι­μού­λη με τον αρ­θρο­γρά­φο-συγ­γρα­φέα των Νέων Τά­κη Θε­ο­δω­ρό­που­λο, συ­ντάσ­σει έ­να ε­ρω­τη­μα­τι­κό σε σχέ­ση με το ρό­λο των καλ­λι­τε­χνών στην ε­πο­χή της κρί­σης, τις ευ­θύ­νες και τις υ­πο­χρεώ­σεις τους α­πέ­να­ντι στον «ε­πώ­νυ­μο» δη­μό­σιο λό­γο και τε­λι­κά την πραγ­μα­τι­κή τους θέ­ση α­πέ­να­ντι σε μια κοι­νω­νία που κλυ­δω­νί­ζε­ται.

Η Ανα­τρο­πή

Η εκ­πο­μπή «Ανα­τρο­πή» της προ­η­γού­με­νης Δευ­τέ­ρας α­να­γκά­στη­κε σε μια ε­λα­φρά α­πό­κλι­ση στη σύν­θε­ση και στο πε­ριε­χό­με­νο α­πό τις προ­η­γού­με­νες εκ­πο­μπές του κυ­ρίου Πρε­τε­ντέ­ρη, α­φού ή­ταν κα­τα­δι­κα­σμέ­νη σε μια στιγ­μή χα­μη­λού τη­λε­ο­πτι­κού εν­δια­φέ­ρο­ντος. Στη ΝΕΤ την ί­δια ώ­ρα, ο Γιώρ­γος Πα­πα­κων­στα­ντί­νου έ­δι­νε συ­νέ­ντευ­ξη στην Έλλη Στάη ε­ξη­γώ­ντας την ε­μπλο­κή και τους χει­ρι­σμούς του σε σχέ­ση με τη λί­στα Λα­γκάρ­ντ, μο­νο­πω­λώ­ντας το εν­δια­φέ­ρον των τη­λε­θε­α­τών. Έτσι ο τη­λε­πα­ρου­σια­στής στε­λέ­χω­σε το πά­νελ του με «έ­ξι αν­θρώ­πους που έ­χουν κα­τα­κτή­σει το δι­καίω­μα να μι­λά­νε για την πο­λι­τι­κή χω­ρίς να εί­ναι πο­λι­τι­κοί οι ί­διοι» (και στο ση­μείο αυ­τό θα θέ­λα­με να ρω­τή­σου­με τον πα­ρου­σια­στή πό­τε και με ποιόν τρό­πο κα­τα­κτά κα­νείς αυ­τό το δι­καίω­μα; Όχι τί­πο­τα άλ­λο, αλ­λά με­τά α­πό τό­σα μνη­μό­νια έ­χου­με χά­σει λί­γο την αί­σθη­ση των δη­μο­κρα­τι­κών ε­λευ­θε­ριών και των πο­λι­τι­κών μας δι­καιω­μά­των και ο Γιάν­νης Πρε­τε­ντέ­ρης μοιά­ζει ι­δα­νι­κός να μας ε­νη­με­ρώ­σει για τις συ­ναρ­πα­στι­κές αυ­τές αλ­λα­γές).
Οι έ­ξι κα­λε­σμέ­νοι της εκ­πο­μπής ή­ταν η Ελέ­νη Ρά­ντου, ο Γιώρ­γος Ντα­λά­ρας, ο Γιάν­νης Μπέ­ζος ,ο Λαυ­ρέ­ντης Μα­χαι­ρί­τσας, ο Γιώρ­γος Κι­μού­λης και ο Γρη­γό­ρης Αρνα­ού­το­γλου. Το πεί­ρα­μα φυ­σι­κά δεν ή­ταν πρω­τό­τυ­πο. Αντί­στοι­χα πά­νελ έ­χουν εμ­φα­νι­στεί και στο πα­ρελ­θόν α­πό την ί­δια ή πα­ρό­μοιες εκ­πο­μπές. Στα πά­νελ αυ­τά η συ­ζή­τη­ση συ­νή­θως πε­ρι­στρέ­φε­ται γύ­ρω α­πό κοι­νό­το­πες και χα­λα­ρές δια­πι­στώ­σεις α­πό τους συ­νο­μι­λη­τές με α­ντί­στοι­χα κοι­νό­το­πα συ­μπε­ρά­σμα­τα, ό­πως η έλ­λει­ψη παι­δείας και ο χα­ρα­κτή­ρας του Έλλη­να, η γε­νι­κή δια­φθο­ρά των πο­λι­τι­κών, η έλ­λει­ψη ο­ρά­μα­τος κτλ. Ενδει­κτι­κό της ε­πί­γνω­σης σε σχέ­ση με το κλί­μα αυ­τών των εκ­πο­μπών α­πό τη με­ριά της πα­ρα­γω­γής, ή­ταν πως η κά­θε μία θε­μα­τι­κή της συ­γκε­κρι­μέ­νης εκ­πο­μπής ταυ­τι­ζό­ταν με έ­να α­πό τα ι­δε­ο­λο­γή­μα­τα που χρη­σι­μο­ποιούν τα κυ­ρίαρ­χα μέ­σα ε­νη­μέ­ρω­σης, ώ­στε να δι­καιο­λο­γή­σουν τις μνη­μο­νια­κές πο­λι­τι­κές, να πε­ρι­γρά­ψουν τον αν­θρω­πό­τυ­πο του πο­λί­τη της ελ­λη­νι­κής κρί­σης και να α­ντι­στρέ­ψουν την κα­τα­δί­κη σε συ­νευ­θύ­νη και ε­νο­χή: «Ο Έλλη­νας ζού­σε πά­νω α­πό τις δυ­να­τό­τη­τές του», «Ίσως η κρί­ση να μας βγει τε­λι­κά σε κα­λό», «Ο πο­λί­της φταίει ε­ξί­σου με τον πο­λι­τι­κό για την κα­τά­στα­ση, α­φού ό­χι μό­νο τον ε­ξέ­λε­γε αλ­λά ταυ­τό­χρο­να συμ­με­τεί­χε και στο πε­λα­τεια­κό κρά­τος», «Η κρί­ση έ­φε­ρε την ά­νο­δο των δύο ά­κρων», «Οι νέ­οι δεν α­σχο­λού­νται με την πο­λι­τι­κή» (πα­λιό αλ­λά πά­ντα ε­πί­και­ρο). Μέ­σα στο γε­νι­κό­λο­γο της συ­ζή­τη­σης σε τέ­τοιου εί­δους εκ­πο­μπές, οι τίτ­λοι των θε­μα­τι­κών και οι ε­ρω­τή­σεις με­τα­τρέ­πο­νται σιω­πη­λά σε α­πο­κρί­σεις και συ­μπε­ρά­σμα­τα.

Η ει­λι­κρί­νεια ως πρω­ταρ­χι­κή α­ρε­τή

Αυ­τό που προ­κά­λε­σε ε­ντύ­πω­ση, ή­ταν πώς οι α­πα­ντή­σεις των καλ­λι­τε­χνών α­πέ­κλι­ναν α­πό το συ­γκε­κρι­μέ­νο τη­λε­ο­πτι­κό λό­γο και δια­τύ­πω­ναν την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα με ό­ρους α­πό­λυ­της δια­φω­νίας. Ως ε­ρω­τη­μα­τι­κό και ως αυ­το­κρι­τι­κή, ως α­γα­νά­κτη­ση ή πλή­ρη α­ντί­θε­ση, ως πε­ρι­γρα­φή μιας πραγ­μα­τι­κό­τη­τας που (σε α­ντί­θε­ση με τα δελ­τία του σταθ­μού) δεν α­πεί­χε α­πό την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Η α­δι­κία και η σκλη­ρό­τη­τα των μέ­τρων, οι ευ­θύ­νες των κυ­βερ­νώ­ντων και των δη­μο­σιο­γρά­φων, το θέ­μα της ά­σκη­σης βίας α­πό την πλευ­ρά της κυ­βέρ­νη­σης, μέ­χρι και η τη­λε­ο­πτι­κή ά­δεια του Mega, ει­πώ­θη­καν ό­χι ως δια­κρι­τι­κές υ­πό­νοιες αλ­λά ως αυ­το­νό­η­τες α­λή­θειες, φέρ­νο­ντας σε α­μη­χα­νία τον πα­ρου­σια­στή (ε­ξαί­ρε­ση α­πο­τέ­λε­σε ο Γ. Αρνα­ού­το­γλου ο ο­ποίος με τις κα­κο­δια­τυ­πω­μέ­νες του κοι­νο­το­πίες μας υ­πεν­θύ­μι­σε πό­σο κα­κό­η­χη εί­ναι, σε συ­γκυ­ρίες ό­πως η ση­με­ρι­νή, η ε­πι­φα­νεια­κή α­ο­ρι­στο­λο­γία. Ο Γιάν­νης Μπέ­ζος ή­ταν μάλ­λον ου­δέ­τε­ρος).
Άσχε­τα με τις προ­σω­πι­κές συ­μπά­θειες ή α­ντι­πά­θειες για τον κά­θε έ­να α­πό τους καλ­λι­τέ­χνες ξε­χω­ρι­στά, ά­σχε­τα με την κρι­τι­κή που μπο­ρεί κά­ποιος να τους α­σκή­σει για τη θέ­ση τους σε έ­να σύ­στη­μα συ­γκε­κρι­μέ­νο την πε­ρίο­δο της ευ­μά­ρειας (ή α­κό­μη και σή­με­ρα), αυ­τό που έ­χει ί­σως ση­μα­σία εί­ναι η ρι­ζι­κή με­τα­τό­πι­ση σε ε­πί­πε­δο δη­μο­σίου λό­γου α­πό την ε­λα­φρό­τη­τα πα­λαιο­τέ­ρων α­ντί­στοι­χων εκ­πο­μπών. Το κέ­ντρι­σμα του ε­πι­τα­κτι­κού, ό­πως εμ­φα­νί­ζε­ται στην κα­θη­με­ρι­νό­τη­τα της κρί­σης, ζη­τά α­πό τον κα­θέ­να να το­πο­θε­τη­θεί α­πέ­να­ντι σε ζη­τή­μα­τα που δεν χα­ρί­ζουν υ­πεκ­φυ­γές. Οι δη­λώ­σεις α­πο­κτούν ευ­κρί­νεια. Τα υ­πο­τι­μη­τι­κά σχό­λια την ε­πό­με­νη μέ­ρα α­πό τον Τά­κη Θε­ο­δω­ρό­που­λο στα Νέα, η ε­πι­θε­τι­κή α­πά­ντη­ση του Γιώρ­γου Κι­μού­λη μια μέ­ρα με­τά και η α­πα­ξιω­τι­κή α­πά­ντη­ση του αρ­θρο­γρά­φου την με­θε­πό­με­νη α­πο­δει­κνύουν το ί­διο πράγ­μα. Η κρί­ση α­νοί­γει ε­πι­τα­κτι­κά το θέ­μα για τη στά­ση του καλ­λι­τέ­χνη και του δια­νοου­μέ­νου α­πέ­να­ντι στην ε­ξου­σία και την α­δι­κία. Πολ­λα­πλα­σιά­ζει τις εκ­πτώ­σεις και τις α­πο­κλί­σεις, και το­πο­θε­τεί την ει­λι­κρί­νεια α­πέ­να­ντι στα γε­γο­νό­τα ως πρω­ταρ­χι­κή α­ρε­τή του κά­θε δη­μό­σιου λό­γου. Ο λό­γος του πα­ρό­ντος δεν ε­ξα­γο­ρά­ζει το ό­ποιο πα­ρελ­θόν, πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρο δεν ε­πι­βρα­βεύει το μέλ­λον. Σε μια ε­πο­χή ό­που οι λέ­ξεις χρη­σι­μο­ποιού­νται κυ­ρίως για να α­πο­προ­σα­να­το­λί­σουν ο λό­γος του πα­ρό­ντος και της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας γί­νε­ται αυ­το­σκο­πός του κά­θε καλ­λι­τέ­χνη.

(Στην εφημερίδα Εποχή)

Δεν υπάρχουν σχόλια: