Κυριακή 4 Ιουλίου 2010

Στον κόσμο του παγκοσμίου κυπέλου



Το παγκόσμιο κύπελλο ήρθε να μας επισκεφτεί ως η μεγάλη αθλητική συνάντηση του καλοκαιριού, ως ένα θέαμα που εγγυάται μοναδικότητα, ως μια υπόσχεση αθλητικής ξεγνοιασιάς σε καιρούς που πνίγουν την ανάσα. Αυτό που παρατηρούμε στις οθόνες μας, ξεπερνά την μια διάσταση του σημείου και σημαίνει πολλαπλά, σαν κόμβος όπου πολλά νοήματα συναντιούνται. Για άλλους το όπιο του λαού, για άλλους ευκαιρία τζόγου και εύκολου πλουτισμού. Άλλοι συναντούν στις μέρες του μουντιάλ τις παραδοσιακές συγκρούσεις ομάδων που έμαθαν να υποστηρίζουν για χρόνια, ενώ άλλοι συναντούν μια νέα ευκαιρία για εμπόριο κάθε είδους. Καρέκλες και τηλεοράσεις σε μπαλκόνια, παιδιά με φανέλες ακριβοπληρωμένων ειδώλων, να προσπαθούν τη μίμηση σε δρόμους στενούς. οδοί ονείρων, υπερβολών και απογοητεύσεων. Φιλονικίες για σφυρίγματα, ένταση, τα 90’ του παιχνιδιού να διαστέλλονται και να συστέλλονται. Και παντα η ομορφιά της πράξης να συναντα την καχυποψίά του αποτελέσματος. Κάθε παγκόσμιο κύπελλο έχει τα δικά του αποτελέσματα, τους δικούς του πρωταγωνιστές, τις δικές του ήττες και νίκες. Έξω από το γρασίδι μια σειρά από γεγονότα συμπληρώνουν την εικόνα που σύντομά θα καταλήξει ανάμνηση, σημείωση στην ποδοσφαιρική ιστορία:

Το σημείο Αφρική

το φετινό μουντιάλ είναι το πρώτο που διοργανώνεται στην αφρικανική ήπειρο και μόλις το δεύτερο, (μετά από την διοργάνωση στην Ιαπωνία και την Βόρεια Κορέα το 2002), που λαμβάνει χώρο εκτός Ευρώπης ή Αμερικής (βόρειας και Νότιας). Πέρα από πρωτοτυπία, η πράξη αυτή διεκδικεί κατά κύριο λόγο διαστάσεις οικονομικές. Το ποδόσφαιρο αποτελεί το νούμερο 1 εξαγώγιμο αθλητικό προϊόν της Ευρώπης (όμοια, το Μπάσκετ είναι το νούμερο1 προϊόν των Η.Π.Α.), προϊόν που επιθυμεί να επιβληθεί στις αναπτυσσόμενες ηπείρους και στις πολλά υποσχόμενες νέες αγορές τους, με τρόπους πολλαπλούς. Ο αριθμός παιχτών- αστέρων που τελειώνουν την καριέρα τους σε χώρες όπως η Ιαπωνία, το Κουβέιτ ή η Σαουδική Αραβία, κυνηγώντας ένα άπιαστο συμβόλαιο, πολλαπλασιάζεται.
η Αφρική δεν είναι μια Ήπειρος που εισάγει παίχτες, μια και η οργάνωση των πρωταθλημάτων της βρίσκεται σε πολύ κακή κατάσταση. Αντίθετα είναι μια ήπειρος που όλο και αυξάνει την εξαγωγή παιχτών προς τα μεγάλα πρωταθλήματα της Ευρώπης: ο Ντρογκμπά, ο Ετό, ο Αντεμπαγιόρ και ο Κανουτέ, είναι παίχτες που πρωταγωνιστούν τόσο στα πρωταθλήματά τους, όσο και στις Ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Η νεοαποικιακή συμπεριφορά των ομάδων-εταιρειών γίνεται εμφανής από το γεγονός πως όλο και περισσότεροι παίχτες μεταναστεύουν σε πρώιμη ηλικία σε Ευρωπαϊκούς συλλόγους. Σύμφωνα με αποκαλύψεις του Observer (10 Ιουνίου του 2007), παράνομα ποδοσφαιρικά φυτώρια στήνονται σε πολλές πρωτεύουσες της Αφρικής με σκοπό να εντοπίσουν ανήλικα (πολλές φορές ακόμα και 9 ετών) ποδοσφαιρικά διαμάντια και να τα μεταφέρουν σε ομάδες της γηραιάς ηπείρου. Μέχρι και ο Σεπ Μπλάτερ, επικεφαλής της FIFA, έκανε λόγο για ‘’ποταπή συμπεριφορά’’, ‘’κοινωνικό και οικονομικό βιασμό’’, από την μεριά των συλλόγων. Η Αφρική δεν είναι λοιπόν μια τυχαία επιλογή για τη διοργάνωση του Μουντιάλ, αλλά αντίθετα ένας στόχος απόλυτα συγκεκριμένος.

Ανταρσία και μεταναστευση: Η εθνική Γαλλίας

Ανάμεσα στους αποκλεισμούς των παραδοσιακών δυνάμεων, μεγαλύτερη εντύπωση προκάλεσε αυτός της εθνικής Γαλλίας ήδη από το πρώιμο στάδιο των ομίλων. Όχι όμως τόσο για την έκπληξη του αποτελέσματος, όσο για τον περιπετειώδη τρόπο με τον οποίο αυτό προέκυψε. Οι παίχτες της εθνικής, με πρώτο το αστέρι της Chelsea Νικολά Ανελκά, εναντιώθηκαν στις παράλογες τακτικές του προπονητή τους, Ρειμόν Ντομενέκ (μια από τις οποίες είναι να εμπιστεύεται τα ζώδια για την επιλογή των παιχτών) και άλλοι αποχώρησαν ενώ άλλοι αρνήθηκαν να προπονηθούν καταδικάζοντας την ομάδα τους στην αποτυχία. Τα Γαλλικά μέσα ενημέρωση αλλά και ο πολιτικός κόσμος, έκαναν λόγο για προδότες, δειλούς και καλοπληρωμένους υπερόπτες.
Γενναία ανταρσία απέναντι στο πρόσωπο ενός προπονητή δυνάστη ή λιποταξία, το φαινόμενο αποκτά ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον λόγω των ερμηνειών που δόθηκαν στην συνέχεια. Για πολλούς κοινωνιολόγους και πολιτικούς ( με τον Λεπέν να είναι ένας από αυτούς), η κατάσταση που επικρατεί στην Εθνική τους ομάδα είναι προβολή της δυσλειτουργίας που υπάρχει στην γαλλική πολυπολιτισμική κοινωνία. Στην πλειοψηφία τους μετανάστες πρώτης ή δεύτερης γενιάς, οι παίχτες δεν μπορούν να λειτουργήσουν κάτω από το ίδιο εθνόσημο. Οι ίδιες θεωρίες είχαν ακουστεί και στο μουντιάλ του 2002 από την αντίθετη όμως πλευρά. Η προβολή του προσώπου του Γαλλο-Αλγερινού Ζινταν, στην αψίδα του θριάμβου μετά την κατάκτηση του τροπαίου, συμβόλιζε ακριβώς την σωστή λειτουργία ενός συνόλου που αν και ανομοιογενές ήξερε να κερδίζει. Η κοινωνία ζητά τις αντανακλάσεις της, στο πρόσωπο του ποδοσφαίρου προσπαθώντας να κρίνει τον εαυτό της.

Πέρα από τον θόρυβο της Βουβουζέλας

Ένα από τα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου μουντιάλ είναι ο ήχος της βουβουζέλας, της παραδοσιακής αφρικανικής τρομπέτας που ακούγεται στα γήπεδα. Ο ήχος της στο γήπεδο, ο οποίος προκαλείται από χιλιάδες κομμάτια, χιλιάδες ταυτόχρονες εκπνοές, θυμίζει βιομηχανικό θόρυβο ή τραγούδι ενός γιγαντιαίου σμήνους. Πολλοί, από τους παίχτες μέχρι τους τηλεθεατές, παραπονέθηκαν για τον πρωτόγνωρο αυτό ήχο, που όχι μόνο αλλοιώνει τον τρόπο του παιχνιδιού αλλά σε μεγάλο βαθμό δυσκολεύει και την παρακολούθησή του. Η ομοσπονδία αποφάσισε να μην απαγορεύσει τελικά τις βουβουζέλες στα γήπεδα, κάνοντας λόγο για ανεκτικότητα απέναντι σε έναν ξένο πολιτισμό. Είναι πράγματι εντυπωσιακό πως ένας φορέας παγκοσμιοποίησης όπως το ποδόσφαιρο καταφέρνει να εντάξει στοιχεία από διαφορετικές κουλτούρες, βγάζοντας κέρδος από αυτόν τον αντιφατικό συνδυασμό, χρησιμοποιώντας ως πρόφαση τον πολιτικό ορθολογισμό(ας σημειωθεί εδώ πως η βουβουζέλα αποτελεί πια το νούμερο 1 προϊόν σε πωλήσεις στην ποδοσφαιρική αγορά).

Πελέ ή Μαραντόνα; Μαραντόνα ή Μέσι;

Το παρελθόν κατασκευάζει μεγέθη, ορίζει πρωτιές, δημιουργεί μύθους. Οι συζητήσεις γύρω από αυτούς τους μύθους, έρχονται να μας ενώσουν με τα περασμένα, ενώ ταυτόχρονα επαναπροσδιορίζουν τη σημασία τους. Η επιστροφή του Ντιέγκο Μαραντόνα στην εθνική Αργεντινής, αυτή τη φορά από τη θέση του προπονητή, φέρνει ξανά στο προσκήνιο τον διάλογο για τα πρωτεία στον κατάλογο των σημαντικότερων ποδοσφαιριστών στην ιστορία του παιχνιδιού.
Το αποτέλεσμα της σύγκρισης του Πελέ με τον Μαραντόνα, έχει φανατικούς οπαδούς. Παρόλα αυτά μια απάντηση που να μπορεί να θεωρηθεί οικουμενικά αποδεκτή ή έστω επίσημη δεν έχει δοθεί πιστικά. Ο λόγος είναι πως στην πραγματικότητα, η σύγκριση γίνεται ανάμεσα σε ανόμοια πράγματα. Ανάμεσα σε άλλες εποχές, τεχνικές, απαιτήσεις και θεατές. Σε κορμιά και ταχύτητες ξένα μεταξύ τους. Η ταυτόχρονη σύγκριση του Μαραντόνα με τον ίσως καλύτερο ποδοσφαιριστή του κόσμου αυτή τη στιγμή, τον συμπατριώτη του Λιονελ Μέσσι (όμοια με τι σύγκριση του Kobe Bryant με τον Michael Jordan πολύ πριν το 5ο πρωτάθλημα των Lakers), επιβεβαιώνει πως η σύγκριση είναι μια κεκαλυμμένη σύγκρουση, ανάμεσα στον θαυμασμό του παρελθόντος και την προσδοκία του παρόντος. Είναι ακριβώς αυτή η μυθολογία του παρελθόντος, που δημιούργησε σε μεγάλο βαθμό το παρόν ενώ ταυτόχρονα τροφοδοτεί το μέλλον προς νέες συγκρίσεις και νέες δημιουργίες.
(Ας σημειώσουμε εδώ πως όταν ο Μαραντόνα ερωτήθηκε αν αυτή είναι η δική του εθνική Αργεντινής ή η Αργεντινή του παίχτη του, Μέσσι, αυτός απάντησε: ‘’Αυτή είναι η Αργεντινή του Μέσι, του Μαραντόνα και του Τσε Γκεβάρα’’ )

(στην εφημερίδα Εποχή)

1 σχόλιο:

cinetria είπε...

"Και παντα η ομορφιά της πράξης να συναντα την καχυποψίά του αποτελέσματος". πολυ μου αρεσει!(ολο το κειμενο)